τζιννιά

τζιννιά
η, Ν
βοτ. η ζίννια, γένος αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών που ανήκει στην οικογένεια σύνθετα τής τάξης αστερώδη και περιλαμβάνει 15 περίπου είδη ποωδών φυτών και θάμνων τής Κεντρικής και τής Νότιας Αμερικής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ζίννια (για την τροπή τού -ζ- σε -τζ- πρβλ. ζίζυφο: τζίτζυφο)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”